Τετάρτη 19 Δεκεμβρίου 2012

"Ο Τρελός"- Μαρία Πολυδούρη

   Η αλήθεια είναι ότι δεν είχα πρόθεση να ανεβάσω αυτό το τραγουδάκι σ΄αυτή τη φάση (πόσο μάλλον που άμα καταστραφεί ο ...κόσμος μεθαύριο δεν θα ήθελα να είναι αυτό το τελευταίο που θα διαβάσετε από μένα...), αλλά μια και το βλογιον θα πάει μαζί με μένα διακοπές και θέλω κάτι να ανεβάσω,αυτή η ανάρτηση, που  είναι μισοέτοιμη, βολεύει,  ενώ αυτό που είχα την πρόθεση να ανεβάσω πρέπει να το κάνω από την αρχή.  Ραντεβού next year, λοιπόν, με περισσότερους "Ατάλαντους"... 
  Μετά τον "Τρελό Πιερό" του Ζαν Λυκ Γκοντάρ, τον "Τρελό" του Άκη Πάνου, τον "Τρελό" του  Γιάννη Σπανού, τον "Τρελό" του Ζουγανέλη  και την ..."maniac" των Hall & Oates  (αλλά  πριν τον
Τίλιο κανείς?
"Τρελό" του Πασχαλίδη) ο "Τρελός" των "Ατάλαντων". 'Η, μάλλον,  πριν! Πολύ πριν, στα τέλη των 20's... Γιατί το ποίημα το βρήκα σε ένα παλιό βιβλίο με ποιήματα της Πολυδούρη. Κι επειδή ανήκει στα ατελείωτα της, βρήκα το θράσος να το κόψω-ράψω λίγο (Απαράδεκτο! αργότερα θα μπορούσα να προσαρμόσω τη μελωδία μου, τότε όχι...). Το έφτιαξα, για να το τραγουδήσω διαλογικά με το Στέλιο στη δεύτερη συλλογούλα μας με τίτλο- εμπνευσμένο και οξυδερκή...(χοχο)- "Το δις εξαμαρτείν". Δεν έγινε ποτέ. Αρχικά λόγω πίεσης χρόνου ( είχαμε λιγο χρόνο και πολλά τραγούδια και δεν προλάβαιναμε να το μάθει), κι έπειτα λόγω ... απουσίας χρόνου, μεταγενέστερα. Αυτή την εκδοχή, με την παράλληλη απαγγελία από μένα των λόγων του τρελού, την έκανα αργότερα, όταν προσπαθούσα  μόνος μου να το φτιάξω και το "ενορχηστρώσω".

'Οσον αφορά το περιεχόμενο, κοινό και στην ποίηση του Καρυωτάκη'', τα λέει όλα το παρακάτω σχόλιο αναγνώστη :
"[]είναι... να καρτεράς το θάνατο
και να 'ρθει μία λιποθυμία..[]
Τι τραγικό.. Εσύ να θέλεις τα μεγάλα και η ζωή να σε κερνάει σφηνάκια.. και μάλιστα τίλιου.."



Ο Τρελός
                                                                                                             (Στίχοι:  Μαρία Πολυδούρη)
Ένας τρελός καθότανε στην είσοδο
[τη νύχτα] απόψε και μιλούσε,
μιλούσε βιαστικά κι όταν απόσταινε
κάποτε, [σκαφτικά](βιαστικά) χαμογελούσε.

Μιλούσε για τη γνώση, την ονόμαζε
την πρώτη αδυναμία των ανθρώπων.
«Μα θα μιλήσω απόψε κι ας με δέσουνε,
ξέρω τα μυστικά των άγιων τόπων!

»Ξέρω όλο μυστικά και γύρω μου άφοβα
θα τα βροντοφωνήσω πάλι.
Α, ήμουν τρελός τόσον καιρό που σώπαινα
κι αυτά μου 'χουν βαρύνει το κεφάλι.

»Φίλε μου να 'σαι [απλώς] πολυλογάς
χωρίς ουσία, θα 'σαι βάρος.
Φρόντιζε να 'σαι ο πιο επικίνδυνος
και μόνος σου να παίρνεις θάρρος.

»Να 'χεις καρδιά κι όλο να ευφραίνεται
με αίσθημα και φιλοτιμία,
είναι... να καρτεράς το θάνατο
και να 'ρθει μία λιποθυμία.

»[Είδες] ο φουκαράς ο τζίτζικας
ψόφησε εχτές από ειλικρίνεια.
Τα λέγε αληθινά κ επίμονα
και εμείς τα παίρναμε για γκρίνια.

»Στο τέλος έσκασε από ευγένεια
κ' επίσημα κυλίστηκε στο χώμα...
Α φαύλοι, δε θα μου το κλείσετε
ποτέ τ' αχρείο μου το στόμα!»

Και τα 'λεγε τόσο ήρεμα
τόσο γλυκά η ματιά του εφωτοβόλει,
γελούσε ξαφνικά κ' έτσι χαρούμενα
σα να 'ταν η καρδιά του περιβόλι!



Κυριακή 16 Δεκεμβρίου 2012

Μια εποχή στην κόλαση - Αρθούρ Ρεμπώ

   "Αν θυμάμαι καλά, κάποτε ήταν η ζωή μου έκπαγλη γιορτή...". Σας λέει τίποτα αυτή η φράση; Εγώ μέχρι και γυνάικα έριξα μ' αυτή!!! Μιλούσαμε στο τηλέφωνο, "κάποτε, αν θυμάμαι καλά..." είπε για κάτι άσχετο και μετά θυμήθηκε το στίχο κι έκανε παύση.  "...ηταν η ζωή μου έκπαγλη γιορτή που άνοιγαν όλες οι καρδιές κι όλα τα κρασιά κυλούσαν", συνέχισα εγώ το ποίημα και μ' ερωτεύτηκε . Δεν θα τις καταλάβω ποτέ τις γυναίκες! Τέλος πάντων, το πως μαζί της "πήρα την ομορφιά στα γόνατά μου και την βρήκα πικρή... " δεν είναι το θέμα της ανάρτησης.
Ήμουν ξετρελαμένος από τη χαρά μου όταν κυκλοφόρησε  "Η εποχή των δολοφόνων" του Νίκου Γραμματικού. Εννοείται όχι για την ταινία... Για την "Έποχή στην κόλαση". Το αγαπημένο μου συγκρότημα, οι Τρύπες,  μελοποιούσε το αγαπημένο ποίημα, την "Εποχή...", του αγαπημένου μου ποιητή, του Ρεμπω ντε... 
    Και λίγο γιατί ήθελα να νοιώσω λίγο παραπάνω, λίγο πιο παρατεταμένα την χαρά μου, λίγο για να αισθανθώ πως κι εγώ μετείχα κάπως σ' αυτό, λίγο γιατί οι "Τρύπες" δεν είχαν ασχοληθεί με όλο το ποιήμα. έκατσα και σκάρωσω τη δική μου απαγγελία της "Εποχής στη κόλαση"... Ίσως ο Ρεμπώ να είχε τίποτα αντιρρήσεις, αλλα, για να σας πω την αλήθεια, ποιος τον ρώτησε ... Εδώ δεν έλαβα υπόψιν τις δικές μου... Καθότι μάλλον θα το έκανα αλλιώς αργότερα, σήμερα,αύριο, λιγοτέρο ουδέτερο ή αποστασιοποιημένο... Αλλά, κανείς δεν θα μάθει πώς, καθώς δεν θα το κάνω... Άρα αυτό έχουμε μόνο...  ( Ναι, είναι η γνωστή φλυαρία, για να μην μείνει ξεκρέμαστη η φωτογραφία...)


Αν θυμάμαι καλά, κάποτε, ήταν η ζωή μου έκπαγλη
γιορτή που άνοιγαν όλες οι καρδιές και όλα τα
κρασιά κυλούσαν.
Μια νύχτα πήρα την ομορφιά στα γόνατά μου.
Και τη βρήκα πικρή.
Και τη βλαστήμησα.
Οπλίστηκα ενάντια στη δικαιοσύνη. Δραπέτευσα.
Ω Μάγισσες, Μιζέρια, Μίσος, εσείς θα
διαφυλάξετε το θησαυρό μου.
Κατόρθωσα να σβύσω από το λογικό μου κάθε
ελπίδα ανθρώπινη.

Μ’ ύπουλο σάλτο, χύμηξα σα θηρίο πάνω σ’ όλες
  τιςχαρές να τις σπαράξω.
Επικαλέστηκα τους δήμιους να δαγκάσω, πεθαίνοντας,
τα κοντάκια των όπλων τους.
Επικαλέστηκα κάθε Οργή και Μάστιγα να πνιγώ
στο αίμα, στην άμμο.
Η απόγνωση ήταν ο θεός μου.
Κυλίστηκα στη λάσπη.
Στέγνωσα στον αέρα του εγκλήματος.
Ξεγέλασα την τρέλλα.
Κι’ η άνοιξη μου προσκόμισε το φρικαλέο γέλιο
του ηλίθιου.
Μα τώρα τελευταία, πριν τα τινάξω για καλά,
λέω ν’ αποζητήσω το κλειδί του αρχαίου συμποσίου
μήπως βρω ξανά την όρεξή μου.
  Το κλειδί αυτό είν’ η συμπόνοια.
Η έμπνευση τούτη δείχνει πως ονειρεύτηκα.
«Θα μείνεις ύαινα…». ολολύζει ο διάβολος :
και με στεφανώνει με πλήθος ιλαρές παπαρούνες.
«Φτάσε στο θάνατο μ’ όλες τις αχαλίνωτες ορέξεις σου,
τη φιλαυτία σου, και κάθε ασυγχώρητο αμάρτημα !» 
Αχ ! απαύδησα.
Αλλά, Σατανά, φίλτατέ μου, να χαρείς, όχι βλοσυρές ματιές.
Περιμένω μερικές βδεληρότητες, αναδρομικά.
Ωστόσο, για σας, τους εραστές της απουσίας του
περιγραφικού ή διδακτικού ύφους σ’ έναν συγγραφέα,
για σάς αποσπώ τις λίγες ελεεινές αυτές σελίδες από
το σημειωματάριο ενός κολασμένου.


Δευτέρα 26 Νοεμβρίου 2012

Καινούργια πόλη

Από το βάθος των παλιών ημερών... Και καλών, γιατί όχι;  Πρόκειται για ένα τραγουδάκι επηρεασμένο (προφανώς) από την καβαφική "Πολιν"... Όπως την αντιλαμβανόμουνα εγώ τουλάχιστον...  Ως έκφραση του αδύνατου της φυγής... (Και μάλλον από τον Κούντερα προέρχειται η φράση "όπου κι αν πάω πάντα η ζωή θα' ναι αλλού".) Νομίζω ότι το στιχουργικό έναυσμα ήταν η φράση  "μοιάζω με μέλισσα που άτσαλα βγάζει κεντρί για να κεντρίσει μια γιγάντια μεθυσμένη καταιγίδα " και όπως την επέκτεινα συναντήθηκα με το φιλαράκι μου τον Κωστάκη, τον Καβάφη... Ακόμα εκκρεμές είναι... Δεν έχω τελείωσει τους στίχους ακόμα, δεν πρόλαβα ποτέ. Δηλαδή το μέρος για τις μέρες. Τα κουφάρια δεν έπρεπε να είναι "άδεια, σκαλισμένα", κάτι άλλο έπρεπε, ("άθλια, σαπισμένα" ίσως. Χμ! Καλό, θα το κρατήσω. Γιούπι!!!! Το τελείωσα.) αλλά ... Το έγραψα μια βδομάδα πριν φύγω για φαντάρος ή κάπου εκεί... Γέμισα πρόχειρα σε κάποια σημείο τους στίχους, για να μπορέσω να το κάνω μια υποδυπώδη ηχογράφηση και να κρατήσω τα "λαλαλά" μόνο για το ριφάκι, ώστε να δω πως βγαίνει το τραγούδι κι εφυγα να σας φυλάω από τους Τούρκους (οι Αλβανοί και οι Βούλγαροι είχανε πάψει να είναι εχθροί), ώστε να κοιμόσαστε ήσυχοι... Όταν γύρισα, δεν θυμόμουνα τις ...συγχορδίες. Εντάξει, θα μπορούσα να κάτσω να το ξαναεναρμονίσω, αλλά ειλικρινά, βαριόμουνα, ήταν παλιό, είχα ένα μάτσο πιο καινούριες ιδέες και βιαζόμουνα να τις ψάξω... Ένα ακόμα αδικαίωτο τραγουδάκι... Και τι πειράζει?


Καινούρια πόλη 

Τα παπούτσια της φυγής μου πετάνε φωτιές,
τα βήματα μου αφήνουν ματωμένα χνάρια!
Η πόλη που ΄μουνα ρουφούσε αέρα απ ' τις αναπνόες
κι οι ώρες μοιάζανε με άθλια, σαπισμένα κουφάρια. 

Καινούρια πόλη όμως ποτέ μου δεν θα βρώ, 
ούτε λιμάνι για ν' αράξω. 
Η πόλη που αποφέυγω είμαι εγώ
κι απο μένα δε μπορώ 
να μ' απαλλάξω. 

Κι ό,τι με ξέσκιζε εκεί θα με διαλύει παντού.
Κορώνα ή γράμματα εγώ θα 'μαι πάντα ο χαμένος. 
Όπου κι αν πάω πάντα η ζωή θα 'ναι αλλού. 
Αυτή η πορεία είναι μονόδρομος παγιδευμένος. 

Μια ακόμα αυταπάτη ήταν αυτή η φυγή...
Σκάρτη αποδείχθηκε η τελευταία μου ελπίδα!
Μοιάζω με μέλισσα που άτσαλα βγάζει κεντρί
για να κεντρίσει μια γιγάντια μεθυσμένη καταιγίδα._






Πέμπτη 22 Νοεμβρίου 2012

Ένα αγέννητο τραγουδάκι

"Πότε θα ξαναγράψει τραγούδια άραγες;"
Το κομμάτι που θα ακούσουμε σήμερα, είναι όντως αγέννητο κι ανολοκλήρωτο.  Πρόκειται για έναν αυτοσχεδιασμό ο οποίος. όπως θα ακούσετε έληξε βάναυσα από το χτύπημα ενός κουδουνιού.  Αν θυμάμαι καλά, κάποτε δεν πήρα την όμορφιά στα γονάτα μου να την βρώ πικρή (ίσως γιατί δεν είμαι ο Ρεμπώ) αλλά είχε έρθει ο Στέλιος στο σπίτι μου να πιούμε κάφέ και να παίξουμε. Κάποια  στιγμή, λοιπόν  που είχε πάει στην τουαλέτα, έπαιζα στην κιθάρα τα ακκόρντα του κουπλέ του  "κάτω από την μάσκα που φοράς" των "Τρυπών" ... Στο μεταξύ, γύρισε κι ο Στέλιος, πήρε τη κιθάρα του κι  άρχισε κι έπαιζε μια μελωδία από πάνω. Το δουλέψαμε λιγάκι στην αρχή και μετά  είπαμε να το ηχογραφήσουμε να δούμε τι θα βγει... Και το κάναμε, μέχρι που χτύπησε το κουδούνι... Μετά δεν ξανασχοληθήκαμε μ' αυτό. Αρκετά χρόνια μετά ο Στέλιος έυχε να μου δώσει κάποιους ημιτελείς στίχους του με τίτλο ή "Το πετρωμένο καράβι" ή "Καράβι που πετρώνει".  Σκέφτηκα να τους τελειώσω και να τους βάλω στη μελωδία, αλλά δεν κατάφερα... Έτσι το τραγούδι που κρυβόταν από κάτω έμεινε αγέννητο (ή του έκανα έκτρωση, ότι προτιμάτε).  Ήταν το τελευταίο τραγούδι που προσπάθησα να φτιάξω,  καθώς  ήταν μετά το "Επειδή θα' ρθεις"  που ουσιαστικά σηματοδοτούσε πως  πια είχα ξεπεράσει ψυχολογικά τη φάση... Κι έτσι ο Φοίβος δεν έμεινε άνεργος...

Τετάρτη 14 Νοεμβρίου 2012

"Οι παλιές αγάπες" - Ένα αμήχανο τραγουδάκι

"Παλιές αγάπες" λέγεται το σημερινό - και αδικαίωτο-  τραγούδι κι έχει κάτι από την αμηχανία που όντως μερικες φορές έχουν οι παλιές αγαπες. Δεν θυμάμαι αν το κίνητρο για να γράψω τους στίχους ήταν η φράση του Σαββόπουλου "Πέρασαν για πάντα οι παλιές ιδέες, οι παλιές αγαπες, οι κραυγές γίνανε παιχνιδι στα χέρια των παιδιών...  "  ή  εκείνο το τραγουδάκι των "Πυξ Λαξ"  για τις παλιές αγάπες που πάνε στο παράδεισο.  Μάλλον το πρώτο, καθώς οι Πυξ Λαξ είναι μεταγενέστεροι και το τραγούδι αναδύει εφηβικό μελοδραματισμό κι αμήχανες (νάτο) ρίμες, μετά βελτιώθηκα λιγάκι στιχουργικά... Το έγραψα την brainstorming περίοδο της συνθετικής μου (χαχα!) διαδρομής, και ειδικότερα την εποχή που πειραματιζόμουνα με τραγούδια χωρίς ρεφραίν,   για αυτό και δεν το χτένισα πολύ, δεν είχα χρόνο, κι έκτοτε μου άφηνε πάντα μια αμηχανία (νάτο πάλι )κάθε φορά που πήγαινα να το ξαναπιάσω... Κι έτσι αμήχανα (δεν θα το γράφω κάθε φορά... ) το άφηνα... Θεωρώ πάντως ότι η εμβατηριακή μελωδιούλα δεν είναι άσχημη, στη βάση ότι κάνει αντίστιξη με τον μελό στίχο. Η "επίσημη" ηχογράφηση του από τους "Ατάλαντους" είναι μια αμήχανη εκδοχή με τη φωνή του Στέλιου την οποία δεν θα σας παραθέσω εδώ γιατί είναι κρίμα να το εκθέσω το παιδί, αντ΄αυτού, και παρόλη την αμηχανία μου, θα βάλω μια μεταγενέστερη αμήχανα αμήχανη προσπάθεια... Γιατί το βάζω εδώ? Εμ... Συγχωρήστε την αμηχανία μου. Οι παλιές αγάπες να πάνε στο Παράδεισο (το ίδιο και τα παλιά τραγούδια ) και πρέπει να τελειώνουμε μαζί τους, γιατί οι νέες αγάπες βρίσκονται σε ένα μέρος παραπλήσιο ηχητικά ( ;)  ) και περιμένουν να περάσουνε  οι καμιά 230ριά ημέρες...


"Οι παλιές αγάπες"

Με περιφρόνηση κι οργή κοιτάνε
οι αγάπες μας τα σκόρπια λειψανά μας. 
Μέσα στις αναμνήσεις μας γελάνε
για το καιρό που πέρασαν κοντά μας. 

Ειρωνικά γελούν απ' τις φωτογραφίες
που έχουμε φυλάξει στο ντουλάπι
και μας θυμίζουν τόσες ιστορίες 
όταν ξαπλώνουμε σ' άδειο κρεββάτι. 

Φτύνουν μ' αποστροφή στο χώμα
όταν θυμούνται τις στιγμές μας. 
Κλωτσούν μ' αηδία το νεκρό μας σώμα,
ρίχνουν αλάτι στις πληγές μας. 

Κάποια στιγμή φρικτά μας εκδικούνται
για το καιρό που ζήσανε μαζί μας 
μα ούτε και τότε ικανοποιούνται
κι εξαφανίζονται από την θύμησή μας. 

Κι εξαφανίστηκαν από τη θύμησή μας.
Για το "Μουσείο Διαλυμένων Σχέσεων" πάτα εδώ

Κυριακή 4 Νοεμβρίου 2012

Άναψε το τσιγάρο - "Τόλης Τσιμογιάννης"

     Μερικές φορές καθόμασταν  με τους "Ατάλαντους", ή  και με άλλους φίλους,  και,  μεταξύ χαβαλέ, καφέδων και κρασιού,  συνήθιζα χωρις να το χω προγραμματίσει  να κάνω ένα one man show στο οποίο έπαιζα διάφορα τραγούδια, άσχετα μεταξύ τους το ένα από το άλλο, φάλτσαρα σκοπίμως, μιμούμουν φωνές, τραγουδούσα με διάφορα στυλ και τέτοια... Έκανα δηλαδή τον καραγκιόζη, με άλλα λόγια.  Μερικές φορές, κάποιος βρισκόταν να πατήσει το κουμπί του κασσετοφώνου και να με ηχογραφήσει. Δυστυχώς στο πιο πετυχημένο μου τέτοιο "σόου"  το κουμπί πατήθηκε αργά, όταν πια είχα "στερέψει", κι έτσι διασώθηκε μονάχα αυτή η αλα Τόλης  Τσιμογιάννης  (ο Σώτος, ο Βολάνης, ο γνωστός καλλικέλαδος αοιδός,  δεν είχε υπήρχε τότε. Ζήσαμε και τέτοια δράματα εμείς οι παλιότεροι! Τέτοιες στερήσεις...) "εκτέλεση" του "Άναψε το τσιγάρο, δώς μου φωτιά"... Δεν είμαι πάρα πολύ περήφανος για την μίμηση, άλλες φορές το έκανα καλύτερα. Να μην είστε κακοί όμως. Είναι δύσκολο, να ξέρετε, να προσπαθείς ταυτόχρονα  να τραγουδήσεις με ξένη φωνή,  να τραγουδάς από την μύτη, να προσπαθείς να μένεις στο τόνο ένω έχει "αμανέδες" κι εσύ δεν έχεις μεγάλη αναπνοή, να "παχαίνεις" το σίγμα και να γελάς παράλληλα. 
Το ανεβάζω για να ανασυνθέσω στιγμιάια την εποχή και την ατμόσφαιρα  κι επειδή, έτσι που πάει με τη δαιμονοποίηση του καπνίσματος, αργότερα μπορεί να παραβαίνω και κανα νόμο....

Άναψε το τσιγάρο, δώς μου φωτιά...

Τρίτη 23 Οκτωβρίου 2012

Το τέλος της επιστροφής. Από το Προσήλιο στα Κοψολεμέικα (= Καταφύγιο Τσερίων)

    Πώς ο Οδυσσέας έλεγε πως του αρκεί να δει καπνός να βγαίνει από την καμινάδα του σπιτιού του για να νοιώσει πως επέστρεψε? Έτσι, με το που στρίβεις την λεγόμενη "Στροφή του Σβολέα", λίγο μετα τα όρια Προσηλίου -Σταυροπηγίου, και βλέπεις τα "Τρία Κουτρουμπελάκια", αρχίζουν και μυρίζουν
Τα Τρία Κουτρουμπελάκια (που είναι τέσσερα)
Τσέρια. Τα  Τρία Κουτρουμπελάκια είναι μια σειρά χαμηλών βουνοκορφών του Ταϋγέτου, απέναντι από τα Τσέρια και μετά το φαραγγι του Βιρού, τοποθετημένα σε διάταξη αστερισμού, φαίνεται δηλαδή ότι είναι συνεχόμενα στην ίδια ευθεία, αλλά στην πραγματικότητα δεν είναι παρά μόνο τα τα δυο πρώτα, και, σαν τους Τρεις σωματοφύλακες, είναι τέσσερα, είναι δε ο Ντ 'Αρτανιάν η ανατολικότερη μακρουλή και λίγο επικλινής κορυφή κι ίσως για αυτό να παραλήφθηκε στην αρίθμηση ή ίσως γιατί την ονομασία την έφερε η μάνα σου, που είναι από τα Γιατρέικα κι εκεί δεν φαίνεται. Τα Τρία Κουτρουμπελάκια (κουτρούμπελα στην Μάνη ονομάζουν τις πρόχειρες στήλες από πετρες που  με σημαδεύουν σε διάφορες περσιτάστεις  τα χωράφια, δηλώνοντας ιδιοκτησία, ψεκασμένο χωράφι, παραχωρημένο βοσκοτόπι κ.α.) στέκονται εμβληματικά πάνω  από τους νοτιότερους οικισμούς των Τσερίων (στα Πέρα Τσέρια δεν θυμάσαι αν φαίνονται, όλα τουλάχιστον) και ειδικότερα τα Κοψολεμέικα, το δικό σου χωριό, επίσημα ονομασμένο ως Καταφύγιο, τόσο εμβληματικά που ο αδερφός σου αφηγείται πως σοκαρίστηκε παιδάκι, όταν κάποτε ταξίδεψε στην Καλαμάτα κι ανακάλυψε ότι δεν φαινόνταν. Ως κουτρούμπελα σηματοδοτούσαν το όρια του μικρού σου κόσμου, μαζί με την Μεγάλη Μύτη, το ακρωτηριάκι που χωρίζει τον όρμο της Καρδαμύλης από τον όρμο των Κιτριών και τον Μεσσηνιακό κόλπο (Τα όρια του μεγάλου κόσμου σου τα καθόριζε η κορφή του Ταυγέτου, ορατή λίγο πιο μακριά από το χωριό, και το ακρωτήριο Ακρίτας (η Κορώνη συνεκδοχικά) και το νησάκι των Οινουσών Βενέτικο, Πινακουλάκι (= μικρή σκάφη) στα Τσεριώτικα, λόγω του σχήματος του..)   Μπορεί, νοιώθεις, να φαίνεται λίγο φλύαρη η παρέκβαση αλλά ήταν ο μόνος τρόπος για να περιγράψεις χωρίς συναισθηματολογίες το είδος εκείνο της συγκίνησης που αισθάνεσαι παίρνοντας τη στροφή και  βλέποντας τα  Τρία -πραγματικά πια -Κουτρουμπελάκια - σηματώρούς να λειτουργούν όπως εκείνες οι επισημάνσεις - βελάκια σε κάτι χάρτες στις  πλατείες μερικών  πόλεων. "Βρίσκεσαι εδώ".  Επειτά από λίγο, μετα μια επόμενη στροφή, βλέπεις τα Πάνω Τσέρια να εμφανίζονται ψηλά στο βουνό κι η οικειότητα γίνεται ακόμα μεγαλύτερη στην "Ένωση"  στα Λιασίνοβα (Προσήλιο).  Βλέπεις την πινακίδα:" Προσήλιο. Τσερια 5". Τώρα σωστά, παλιότερα τραμπαλιζόταν  η χιλιομετρική απόσταση ανάμεσα στα δυο χωριά, προκαλώντας σύγχυση στους αγνοούντες. Εκεί που ενώνονται οι δρόμοι, εκεί ήταν που χρόνια πολλά περίμενες, και από τις δυο πλευρές του δρόμου, τα λεωφορεία που σε πηγαίναν στο σχολείο, στην Καλαμάτα, στην πενθήμερη, στο στρατόπεδο, στην  Αθήνα, στην Ρόδο, στην κηδεία του φίλου σου, στον γάμο του συμμαθητή σου, στη γυναίκα που ερωτεύτηκες,  παντού... Μετά διασχίζεις τα Λιασίνοβα, προσεχτικά να μην τρακάρεις στα στενά δρομάκια,  νοιώθοντας πως είσαι στην Γευγελή, ένα συνοριακό φυλάκιο ανάμεσα στο οικείο, που δεν φοβάσαι πια γιατί γνωρίζεις πως  δεν κινδυνεύεις πλέον να  σε εγκλωβίσει,  και στο οικειοποιημένο, οικειοποιημένο μετά από τα  δυο χρόνια που πήγαινες σχολείο και διέσχιζες μετά τα δρομάκια του σπρώχνοντας την ώρα μέχρι να έρθει το λεωφορείο της γραμμής, πολύ μετά, για να σε πάει στο σπίτι. 'Έπειτα περνάς μπροστά από το σχολείο,   που πήγες για δυο χρόνια  και δεν το αισθάνθηκες ποτέ δικό σου, κι όμως του ρίχνεις μια  κρυφή ματιά - κλεισμένο, εγκαταλελειμμένο, σκυθρωπό, μα μ' ένα κομμάτι από σένα παιδί να κρυφοπαίζει σκανταλιάρικα  μέσα στις σκοτεινές πια αίθουσες. Λίγο μετά  βλέπεις την οδική  πινακίδα που διαγράφει το Προσήλιο, ακριβώς εκεί  που τελειώνει το τσιμέντο και ξαναρχίζει η άσφαλτος κι από και κει και πέρα πια, όλοι οι δρόμοι οδηγούν στα Τσέρια, ο ένας δηλαδή και κακοφτιαγμένος και τον παίρνεις οδηγώντας αργά, αλλά πολύ πιο γρήγορα από τότε που τον ανέβαινες με τα πόδια παιδάκι, γιατί γύρναγες από το σχολείο και δεν είχες μέσο να σε γυρίσει σπίτι, και πιο μεγάλος, γιατί σου λείπανε τα φράγκα να πάρεις το ταξί, κι ακόμα πιο μεγάλος, γιατί σου περίσσευε ενέργεια και δεν ήξερες πού να την ξοδέψεις. Ανάβεις τσιγάρο και ψιθυρίζεις μέσα από τα δόντια σου τα ονόματα από τα μέρη που περνάς, ήχοι ιδιαίτεροι, μυστηριακοι σχεδόν, σαν φθαρμένο ξόρκι αρχαίας, χαμένης θρησκείας: Καταλάγκαδο, Μπρέγονιο, Ύσβαρη (που πάντα θεωρούσες το μέσο της διαδρομής και καθόσουν για να πάρεις μια ανάσα κάτω από τον πλάτανο, να  φας μια μπανάνα από το κολατσιό  που σου είχε βάλει η μάνα σου ή να κάνεις ένα τσιγάρο αργότερα, κι έβρισκες πάντα άδικο ωστόσο που ,πάντα διψασμένος,  το χειμώνα έτρεχε και η υπερχείλιση και το ποταμάκι και το καλοκαίρι τίποτα...), Παναγία, Λεφτίνι, Λινά (που κάποτε ο πατέρας σου είχε μελίσσια και σε παίρνανε μαζί τα καλοκαίρια, κι εσύ  ξόδευες   την ώρα σου κοιτώντας τα αυτοκίνητα που περνούσαν με τά άλλα παιδάκια που πηγαίναν για μπάνιο και διαολιζόσουνα, αλλά δεν μπορούσες να καταλάβεις γιατί, εφόσον εσένα δε σου άρεσε  καν η θάλασσα), Καρκαντέρη (που παρακολούθησες κάποτε μια μαζική σφαγή  ζώων και φρίκαρες), Σκάλα (εκεί που περίμενες κάθε πρωι στις εξίμιση επί δυο χρόνια το λεωφορείο, αφού είχες περπατήσει με βροχές, χιόνια και κρύα όλο το δρόμο από το χωριό σου  τρέχοντας πάντα στην ανηφόρα μη χάσεις το λεωφορείο κι ήσουν κάθε μέρα σίγουρος ότι θα το χάσεις κι ακόμα σε ταλαιπωρεί αυτό  το άγχος του ταξιδιού κι ας μην έχεις χάσει ποτέ λεωφορείο, κι εκεί που σε άφηνε στις τρισίμιση κάθε μέρα το ίδιο λεωφορείο κι έτρεχε τις Δευτέρες να προλάβεις να ακούσεις στο ραδιόφωνο το τέλος της εκπομπής "3:05 ώρα για σπορ" ).
 Αυτό το δρόμο βγάζεις φλας για να πάρεις και τώρα, και κατεβαίνεις την ίδια κατηφορίτσα που έβλεπες  τα φώτα του πατέρα σου όταν ερχότανε τη νύχτα να βουτάνε, να αιωρούνται ελάχιστα για μια στιγμή κι ύστερα σταθερά να κατηφορίζουν, όπως κατηφορίζεις κι εσύ τώρα, για να παρκάρει εκεί που τώρα θα παρκάρεις εσύ, που για την ώρα κατεβαίνεις προσεκτικά συνεχίζοντας να μουρμουρίζεις τα ονόματα των τόπων  που περνάς, Αμυγδαλεώνας, Πέρα Κάμπος, Λαγκατσέικο, Λαγκαδάκι.
 Έφτασες... Δεν ήσουν μόνος αυτή τη φορά...


Το βίντεο που προηγήθηκε περιέχει πλάνα από δυο ταξίδια που κάναμε το Πάσχα με τη gia_des, η οποία είναι και ο εικονολήπτης, σε αυτή τη διαδρομή. Από την έξοδο του Προσηλίου μέχρι το Λαγκαδάκι και τα Κοψολεμέικα. Το τραγούδι που συνοδεύει το βίντεο είναι το ονειρικό, ατμοσφαιρικό και ταξιδιάρικο  "Night ride in Caucasus" της Λορίνα ΜακΚένιτ...  Ελπίζω να σας άρεσε!!!
Η διαδρομή και από ψηλά...



Σάββατο 20 Οκτωβρίου 2012

"Η αυλή. (The Ατάλαντοι Νο2)"- The Ατάλαντοι

«Η αυλή» είναι ένα αδικαίωτο και παραγνωρισμένο τρυφερό τραγούδι που έγραψε ο Στέλιος.  Ο
Ο Ηλίας κι εγώ. Ένα σκίτσο του Στέλιου
τίτλος αναφέρεται στην αυλή της μονοκατοικίας που έμενα στο Γαλάτσι και βρισκόμασταν για να παίξουμε, ο Ηλίας είχε προτείνει μάλιστα να ονομαστούμε «Eliasbackyard».  Όταν το έγραψε ο Στέλιος, τα κορίτσια ήτανε ήδη στην Αγγλία και μεις, με πρώτο εμένα, θα φεύγαμε να πάμε φαντάροι. Είναι λοιπόν ένα τραγούδι αποχαιρετισμού και παράλληλα μια ελπίδας για το μέλλον.  Η εκδοχή που θα ακούσετε δεν έγινε ποτέ.  Πρόκειται για μοντάζ, δεν τολμώ να πω μίξη.  Το παίξαμε πρώτη φορά στη δεύτερη συλλογή μας με τίτλο «Το δις εξαμαρτείν», μια μέρα πριν πρωτοφύγω από την Αθήνα (16 χρονιά πριν, σαν σήμερα, στις 20 του Οκτώβρη του 96 και ναι, δεν είναι τυχαία η δημοσίευση σήμερα κι ενώ είχα δώσει μόλις το τελευταίο μάθημα. Έτυχε την ώρα που παίζαμε το τραγούδι να μας πάρουν τα κορίτσια από την Αγγλία,η Χαρούλα δηλαδή,  και να μιλήσουμε… Μετά, δεν ξέρω τι τον έπιασε το Στέλιο, δεν του έβγαινε το τραγούδι, το κρατήσαμε όμως
Εγώ φαντάρος, όπως με οραματίστηκε ο Στέλιος
για αρχειακούς λόγους κι είναι από κει που έχω κρατήσει το ρεφραίν που ακούγεται στο τέλος. Μετά που γύρισαν τα κορίτσια κάναμε μια κωμικοτραγική, όπως θα ακούσετε στην αρχή (ελπίζω να μη με κακίσουν που βγάζω τ’ «άπλυτα»  μας στη φόρα, το  ‘κανα απλά για να δώσω το κλίμα της παρέας μας), ανεπιτυχή  απόπειρα από όπου άντλησα τα δυο κομμάτια που ακούγονται  φωνές των κοριτσιών. Το τραγούδι το ξέχασα μετά, μέχρι που κάποτε βρήκα τ’ ακκόρντα και το θυμήθηκα και συγκινήθηκα και το ηχογράφησα στα πεταχτά. Κι έκατσα το καλοκαίρι κι έκανα το βιντεάκι,  ένα μικρό δωράκι μνήμής, ένα φόρο τιμής στην παρέα μας, κι ένα κλείσιμο του ματιού στους 20χρονους εαυτούς μας που επιμένουν ακόμα να μας ταλαιπωρούν τόσο καιρό μετά, μη αφήνοντας μας να γεράσουμε…
(Το «κλείστο» στο τέλος, inside joke… )
 Παράλληλα, παραθέτω δυο σκιτσάκι του Στέλιου. Στο ένα απεικονίζει εμένα και τον Ηλία, στον άλλο  απεικονίζομαι εγώ στρατιώτης όπως με φαντάστηκε  ο Στέλιος εμπνεόμενος από μια σχετική φωτογραφία …

Υ.Γ. Κι η απάντηση στη ερώτηση είναι απλή. ΟΙ καλύτεροι φίλοι που είχα ποτέ...
          Η αυλή
(Στίχοι μουσική:  Στέλιος )
Σε μια αυλή ανθίσαν
 όνειρα κι ευχές
Και πίσω τους αφήσαν
 προβλήματα σκιές .
Μα τώρα οι δρόμοι αλλάζουν
Φθινόπωρο ξανά
Κι οι πέντε φίλοι μοιάζουν
Παντού στο πουθενα.
Δεν ήταν τόσο όμορφη... Αλλά ήταν δική μας. Κι ομορφότερη

Ποιος είμαι, φίλε, αν με γνωρίζεις
Κι άμα σε πλήγωσα μην μ΄αρνηθείς
Πες μου αν θες
Ποιος είμαι φίλε, τώρα που φεύγεις
Κι άμα με ξέχασες μείνε μακριά.

Η μέρα σκοτεινιάζει,
 το αύριο κοντά
Μα εμένα δεν με νοιάζει
Η ίδια ερημιά. 
Η ελπίδα απομένει
Παράθυρο  στο φως
Η νιότη μας σωπαίνει
Ο πόνος μας βουβός

Ποιος είμαι, φίλε, αν  με θυμάσαι
Κι άμα σε πλήγωσα μην μ΄αρνηθείς
Πες μου αν θες
Ποιος είμαι φίλε, τώρα που φεύγεις
Κι αν δε με ξέχασες γύρνα ξανά. 

Κι άλλο Υ.Γ. Στην πραγματικότητα η επέτειος άργησε 12 μέρες, με πρόδωσε η μνήμη  μου, όσα αναφέρω παραπάνω έγιναν στις 8 Οχτώβρη, όπως ανακάλυψα σε κάτι  παλιά χαρτιά μου... Αλλά και τι πειράζει?

Τρίτη 16 Οκτωβρίου 2012

Μέρες αδέσποτες - Του Στέλιου

Κάπου έχω ξαναανφέρει ότι όταν ήμουν φαντάρος μου ήρθε ένα πολύ ιδιαίτερο γράμμα. Περιείχε μια κασσέτα με τραγούδια του Στέλιου, με τίτλο "Το φώς συντροφιά σου", που είχαν ηχογραφήσει με τον Ηλία και στο μέλλον θα ανεβάσω και εδώ. Μέσα σε αυτά, στο τέλος,  ήταν  και μια μελώδική και  ατμοσφαιρική διασκευή του Στέλιου στο - καινούριο τότε - τραγούδι  "Μέρες αδέσποτες", των - φρέσκων τότε-   "Συνήθων Υπόπτων" . Τελείωνε την πρώτη πλευρά της κασσέτας κι επειδή δεν χωρούσε, το ξαναεβαζε στην αρχή της δεύτερης. Φευ, όμώς! Δεν είχε κολλήσει αυτοκολλητάκι στην κασσέτα κι εγώ αργότερα πήγα κι έγραψα επάνω κι όταν το κατάλαβα ήταν αργά. Είχε μείνει μόνο το ατελείωτο της πρώτης πλευράς... Δέκα χρόνια τώρα, ο αχαΐρευτος, μου τάζει ό,τι θα μου δώσει άλλη κόπια, πλην ματαίως. Λέει ότι δεν την βρίσκει,  βασικά βαριέται να ψάξει... Γνωστός τεμπέλαρος γαρ... Κι εγώ, επειδή μ' άρεσε κι ήθελα να το ανεβάσω εδώ,  έπιασα και το μόνταρα. Έβαλα όσο είχα, άφησα κενό σε ότι λείπει από το δεύτερο κουπλέ και ξαναέβαλα το ρεφραίν όπως ακούγεται στο μέρος που έχει διασωθεί και βουαλά....


Σαν και σένα μ' ένα κόμπο στο λαιμό
σε ώρες άσχετες ξεσπάω το θυμό
σαν κι εσένα στις πλατείες της σιωπής
τον ίσκιο μου τραβάω

Σαν κι εσένα διαμελίζομαι στο φως
μες σ' αυτό το πλαστικό το καθεστώς
και τη νύχτα στα κομμάτια μου γυρνώ
και τα ξανακολλάω

Μέρες αδέσποτες σφυρίζουν στο μπαλκόνι μου
μέρες αδέσποτες σφηνώθηκαν στην πόλη μου
σημαδεύουνε το μέλλον πετυχαίνουν το παρόν
και με στρίμωξαν σ' ατέλειωτο κρυφτό

Σαν κι εσένα το πρωί στην αγορά
ψάχνω ένα φτηνό ζευγάρι φτερά
μου πουλούν κάτι κλεμμένα τελικά
κι όμως επιμένω

Παίρνω φόρα και ζυγίζω τον καιρό
το κορμί μου στο κενό να εμπιστευτώ
και ξεχνάω πως κι αυτό τον ουρανό
τον έχουν πουλημένο

Μέρες αδέσποτες σφυρίζουν στο μπαλκόνι μου
μέρες αδέσποτες σφηνώθηκαν στην πόλη μου
σημαδεύουνε το μέλλον πετυχαίνουν το παρόν
και με στρίμωξαν σ' ατέλειωτο κρυφτό

Παρασκευή 12 Οκτωβρίου 2012

Ανία

 
"Καλά, πόσα τραγούδια έχει γράψει αυτός? "
   Συμβαίνει σε όλους τους πολύ μεγάλους καλλιτέχνες, συνέβη και σε μένα... Μερικές φορές κατορθώνεις να παρουσιάσεις ακέριο και ολάκερο το feeling  του έργου σου, το όραμα σου! Παρέχεις στο κοινό σου  αμέριστη, ολάκερη, άκοπη, ακέρια (ξέρω κι άλλα συνώνυμα) την συναισθηματική εμπερία του τραγουδιού σου... Έτσι και στο σημερινό τραγούδι που λέγεται "Ανία". Θα τα δείτε όλα! Η, μάλλον, θα τα ακούσετε... Ανία, πλήξη, βαρεμάρα, μονοτονία... Όλα εδώ! Δεν είμαι σούπερ ντούπερ γουάου? Βασικά, θα αυτοπαινευόμουν κι άλλο, αλλά βαριέμαι ... Κάντε κι εσείς κάτι... 
     Φίλε αναγνώστη, άμα έχεις φτάσει σ' αυτό το σημείο και δεν έχεις καταλάβει ότι αυτοσαρκάζομαι, είσαι πολύ στόκος... 

(Κι όμως είχα περάσει πολύ καλά όταν έφτιαχνα το τραγούδι... Τη μουσική δήλαδή, γιατί οι στίχοι προϋπήρχαν, ένα κακογραμμένο εφηβικό σκαρίφημα- μίμηση της "Μονοτονίας" του Καβάφη... Τους πέρασα από το τραπέζι της ανατομίας, για να ταιριάζουν κάπως μετρικά...  )

 
Ανία
'Ολα όσα γίναν σήμερα έχουνε ξαναγίνει. 
Θαρρείς όλα τα πράγματα γυρίζουν κυκλικά.
Χίλιες φορές σκιρτήσαμε από την  ίδια  οδύνη,
χιλιάδες   ξανανιώσαμε ετούτη τη  χαρά.

Ορίζει η ανία πια τις μέρες που θα 'ρθούν, 
όπως καθόριζε κι αυτές που έχουν περάσει.     
Οι Πυθίες μείναν άνεργες. Ποιο μέλλον να μας πουν;
Τίποτα καινούριο δεν θα μας προφτάσει.

Κι η κάθε ελπίδα που 'χουμε πως ίσως αύριο
θα σπάσει η ρουτίνα, θα γίνει μια αλλάγη, 
το ξέρεις, είναι ψεύτική και για να παίρνουμε κουράγιο. 
Στο βάθος είναι κι η ίδια χθεσινή. 

Τρίτη 9 Οκτωβρίου 2012

"8-----8"

Πρόκειται για ένα τραγούδι αποχαιρετισμού σε μια καλή μου φίλη (σκέτα φίλη) που έφευγε... Χρησιμοποίησα στους στίχους τη συγκολλητική μέθοδο με εσωτερικές αναφορές και υπαινιγμούς σε πράγματα που σχετίζονται με την καθημερινή μας συναναστροφή και είχαν ιδιαίτερη σημασία για μας ... Η λέξη με την έννοια της ερμηνείας. Ας πούμε η φράση "τριαντάφυλλα ιδρωμένα" ήταν ένα σαρδάμ που έκανε ή έκανα (δεν θυμάμαι) και  μας είχε φανεί πολύ ποιητικό και το λέγαμε συχνά, ένα inside slogan (και ενεός ο γράφων μόλις ανακάλυψε ότι η φράση υπάρχει σε ποίημα του Αγγελάκα... Mon Dieu!). Το "ενοχλώ;" ήταν η φράση με την οποία ξεκινούσε κάθε της τηλεφωνο. Και ούτω καθεξής...Φαντάζομαι για όλους του υπόλοιπους θα είναι ακατανόητοι ή παράλογοι....

8-----8

     Τρεις παρά δέκα το πρωί δεν μπόραγα να κοιμηθώ
και το ραδιόφωνο έπαιζε μονάχα μαλακίες 
και της Χριστίνας οι χορδές χαμένες ευκαιρίες 
Φτιάχνω τριπλό καφέ και τζουπ... Χτυπάει το τηλέφωνο 

και με ρωτάς : "Ενοχλώ;" 
 Δεν ενοχλέις και το ξέρεις... 

Για όσα λες πως είναι αργά εξαίρεσε με μένα.
Δέσε το κόμπο ξέροντας την φοβερή μου μνήμη. 
Να σαι καλά και πάντοτε να  έχεις για βενζίνη 
ένα μπουκέτο κόκκινα τριαντάφυλλα ιδρωμένα. 

Για να 'ναι πάντα εν πλώ 
η ταξιδιάρα ψυχή σου.

Κυριακή 7 Οκτωβρίου 2012

"Το τραγούδι του Χριστόδουλου" - "Η τριλογία της φωτιάς "

Είχα ένα κασσετόφωνο, τον Μπούμπη με το όνομα (ναι, του είχα δώσει όνομα! Τι ζόρι τραβάτε? ), στο οποίο ηχογραφούσα. Αυτό είχε ένα κουμπί -κάτι, που άμα το πατούσες έπαιζε στο γρήγορο το τραγούδι. πράγμα εξαιρετικά πρακτικό γιατί ήταν λίγο μανίκι να ψάξεις να βρεις να ακούσεις  ένα τραγούδι σε μια κασσέτα... Όλο μπρος- πίσω ήσουν, μέχρι να το πετύχεις. Δυστυχώς, όμως είχε μια παρενέργεια. Όταν είχες ξεχάσει το κουμπάκι πατημένο κι ηχογραφούσες κάτι, αυτό γραφότανε αλλοιωμένο και εξαιρετικά αργά... Δεν χρειάζεται να πω πόσες φορές την είχα πατήσει και καθόμουνα μετά κι έπαιζα στο γρήγορο η κασσέτα και την ηχογραφούσα σε άλλο  κασσετόφωνο, με όποια απώλεια συνεπάγεται για την ποιότητα του ήχου...
Μια τέτοια ηχογράφηση παρατήρησα ότι είχε ένα τρομαχτικό χαρακτήρα και σκέφτηκα να την χρησιμοποιήσω σε εφε. Φλας-μπακ. Όταν μαθαίναμε κιθάρα, έμένε καμιά φορά  ο Ηλίας στη μονοκατοικία που έμενα στο Γαλάτσι, πίναμε φτηνό κόκκινο κρασί και παίζαμε... Επειδή ήταν ελάχιστα αυτά που ξέραμε, από κάποια στιγμή και μετά κάναμε απαγγελίες... Ίσως ανεβάσω
κάτι κάποτε... Μια από αυτές ήταν οι στίχοι  τη "σατανικής"  "Τριλογίας της φωτιάς" του Άρθουρ Μπράουν που πήραμε από ένα βιβλίο με
"Κι εγώ σας πάω... Φέρτε τα πορτοφόλια σας και δοξάστε με"
μεταφράσεις ψυχεδελικών τραγουδιών.  Εγώ έπαιζα κιθάρα κι μουρμούριζα μια αυτοσχέδια μελωδία με λαλαλά και ο Ηλίας απήγγειλε. Κάθε φορά που άλλαζε ο στίχος, εγώ άλλαζα, ρυθμό, τέμπο και μελωδική γραμμή και ο Ηλίας στυλ απαγγελίας. Τέλος φλας μπακ. ( παρακάτω και ηχητικό ντοκουμέντο)
 Το θυμήθηκα εγώ αυτό, όταν άκουσα την απόκοσμη ηχογράφηση και θέλησα να την κάνω background  σε μια τέτοια απαγγγελία. Έγραψα από πάνω κιθάρες και φωνές σε διάφορες ταχύτητες (το αγαπημένο μου εφέ είναι τα "σατανικά γέλια" στο τέλος ), αυτοσχεδίασα μετά ενα λαλαλά και, εφόσον ο Ηλίας ήταν φαντάρος, απήγγειλα στο τέλος  τους στίχους από το τελευταίο μέρος της τριλογίας, το "Fire". Ονόμασα το κομμάτι "Το τραγούδι του Χριστόδουλου", γιατί ήταν τότε στα ντουζένια του ο μέγας Γραμματέας και φαρισαίος υποκριτής αρχιεπίσκοπος της Ελλάδος...

Ιδού και η "Τριλογία της φωτιάς που λέγαμε"

Κυριακή 30 Σεπτεμβρίου 2012

"Wish you were here" - Nick Cave and the Bad Seeds (Α "What if..." cover)

  Μια παγκόσμια αποκλειστικότητα στην "Ταπεινή Τέχνη"!!!!!!!!!!! Δείτε το πραγματικό  εξώφυλλο του δίσκου "Henry's dream"  των Nick Cave and The Bad Seeds
Nick Cave and The Bad Seeds: "Henry's Dream" (including "Wish you were here")
 και ακούστε  το δέκατο, κρυφό τραγούδι του δίσκου, το "Wish you  were here"...
    Τι είπατε? Δεν είναι αυτό το εξωφυλλο, ο δίσκος έχει εννιά τραγούδια και το "Wish you were here" είναι των  Pink Floyd ? Σε ποιον κόσμο? Α, στον δικό μας, ε? Σ' έναν παράλληλο όμως;
   Για προσέξτε!

    Η λεγόμενη "Υποτακτική Iστορία" εξετάζει εναλλακτικά σενάρια, το "What if...".  Tι θα μπορούσε να συμβεί, πώς θα ήταν ο κόσμος, εάν ένα ιστορικό γεγονός δεν συνέβαινε. Αν π.χ. ο Χίτλερ σκοτωνόταν στον Α΄Παγκόσμιο πόλεμο ή αν η ζωγραφική του είχε απήχηση...  Είναι, δηλαδή, για την Ιστορία κάτι ανάλογο με  αυτό που είναι η Παραλογοτεχνία για την Λογοτεχνία...  Λιγάκι στο
Τα παιδία παίζει
περιθώριο, αλλά ανανεωτικό... Η ένατη τέχνη (γιατί τα κόμιξ ως γνωστόν απεγδύθησαν της κατηγορίας της παραλογοτεχνίας και αναδείχθηκαν σε μορφή τέχνης) χρησιμοποιεί πλατιά τελευταία τις τεχνικές της υποτακτικής ιστορίας, καθώς κύκλοφορούν διάφορα "What if..."  Τι θα γινόταν αν ο Κόναν ο Βαρβαρος βρισκόταν στο σημερινό Μανχάταν; Ή τι θα γινόταν αν ο Μπάτμαν έκανε τόπι στο ξύλο τον Σούπερμαν; Και ούτω καθεξής...
  Μια μέρα, λοιπόν, εγώ και ο Στέλιος  τζαμάραμε και για χαβαλέ είπαμε να κάνουμε το δικό μας "What if...", να δούμε πώς θα ήταν το "Wish you were here" όχι αλά τούρκα (και κρίμα, τώρα που το σκέφτομαι ), αλλά αλά Καίηβ... Αν δεν ήταν δηλαδή τραγούδι των Pink Floyd,  αλλά των Bad Seeds... Και μας άρεσε το σκηνικό και το επαναλάβαμε και με το ίδιο και με άλλα τραγούδια. Τιμής ένεκεν παρουσιάζω εδώ την πρώτη αυτή εκδοχή...

Τρίτη 25 Σεπτεμβρίου 2012

701 Θεσπιείς.


    Από μικρό παιδί μου είχαν κάνει εντύπωση οι 700 Θεσπιείς.  Φαντάζομαι για τον ίδιο λόγο που κόλλησε ο Σεφέρης με την Ασίνη. Μόνο μια λέξη στην Ιλιάδα κι εκείνη αβέβαιη. Έτσι κι οι Θεσπιείς. Μια υποσημείωση, αχρείαστη και αποσιωπημένη συχνά στο αναντίρρητα σημαντικό έπος του Λεωνίδα. Ήταν μάλλον αυτό το ημίφως της ιστορίας που μου τους έκανε θελκτικούς. Από μικρός φαινόμουνα ότι θα κολλαγα με τον Καβάφη...
700 Θεσπιείς
     Όμως, αν για την Ασίνη μπορούμε να δεχτούμε τον αφανισμό της μνήμης της, για τους 700 Θεσπιείς άρχισε ολοένα και συχνότερα να με στεναχωρεί, στα όρια της αγανάκτησης, η υποτίμηση και η αποσιώπηση της συνεισφοράς και της θυσίας τους. Γιατί οι άνθρωποι αυτοί ήταν εκείνοι που έμειναν να πολεμήσουν για την πατρίδα τους - οι Θεσπιές είναι  κοντά στις Θερμοπύλες -κι όχι για λόγους τακτικής. Κι ενώ οι Σπαρτιάτες ήταν πολεμικές μηχανές προορισμένες να μάχονται σώμα με σώμα από γεννησιμιού τους, οι Θεσπιείς ήταν ευκαιριακοί στρατιώτες, αγρότες ως επί το πλείστον, στρατεύσιμοι εποχιακά  μόνο για τις περιορισμένες ανάγκες  της πόλης – κράτος τους, άρα λιγότερο εξοικειωμένοι με την ιδέα και τον τρόμο του πολέμου και του θανάτου.  Κι ακόμα περισσότερο, καμιά φήμη δεν  θα κηλίδωναν, αν επέλεγαν να φύγουν, και δεν τους υποχρέωνε, στο τέλος- τέλος,  κανένας πάτριος νόμος, κανένα "ταν ή επι τας" , όπως τους Σπαρτιάτες. Μόνοι τους επέλεξαν να μείνουν και να πολεμήσουν και θα ήταν και αδιάφοροι μπροστά στον προβληματισμό μου. Δεν το έκαναν για τη δόξα, δεν το έκαναν για την τιμή, δεν το έκαναν από καμιά υποχρέωση. Ως άνθρωποι με ελεύθεροι βούληση, απάντησαν το μεγάλο "Ναι" στο αίτημα της εποχής τους ακολουθώντας  τις επιταγές της ιστορίας με τον ίδιο τρόπο που παίρνανε τα αλέτρια να τους να πάνε να οργώσουν. Τόσο απλά.  Πολέμησαν, σκοτώθηκαν, ξεχάστηκαν. Και κάπως έτσι έγιναν για μένα διαχρονικό σύμβολο της αδικαίωτης, μα όχι λιγότερο μεγαλόπρεπης θυσίας. Της αμετακίνητης και ανιδιοτελούς σταθερότητας στην υποστήριξη μιας ιδέας,  πέρα από το εφήμερο και το επιφανειακό. Της ακατάπαυστης κι συνεχούς επαγρύπνησης, χωρίς όμως τουπέ και φανφαρονισμούς, σ' ένα σύμπαν όπου η ματαιοδοξία είναι άγνωστη έννοια.   Πραγματικοί και καβαφικοί θερμοπυλομάχοι ταυτόχρονα!!!!
+ ένας...
  Και κάπως τάχθηκα υπερασπιστής  της μνήμης τους. Προσπάθησα, όσο κι όπως μπορούσα, να απαλύνω την αδικία της ιστορίας, να γνωστοποιώ την πράξη τους, τα κίνητρα τους, να εξάρω  τη συνεισφορά τους. Τους έγραψα κι ένα επίγραμμα  και τους αφιέρωσα και μια ανάρτηση στο άλλο μας ιστολόγιο. Δεν είναι παράξενο, λοιπόν, που ταυτίστηκα μαζί τους στο πιο αυτοβιογραφικό τραγούδι που έγραψα, τους «701 Θεσπιείς», για κείνη τη φορά που αντιλήφθηκα τη βαθύτερη ουσία των πραγμάτων, το πώς δηλαδή μπορείς αλλάζοντας να μην αλλάζεις μες την αλλαγή. Πως (και πώς) χωρίς να προδίδεις τον εαυτό σου να είσαι ανοιχτός σε κάθε ευκαιρία εμπειρίας, γνώσης, πειραματισμού. Σαν να ανεβαίνεις τη ράχη του βουνού, για να δεις τι έχει πίσω.
Το βίντεο του τραγουδιού μού έκανε την τιμή να μου το φτιάξει (ακόμα μια φορά μετά την «Υστεροφημία») η gia_des. Σ’ ευχαριστώ… 



701       ΘΕΣΠΙΕΙΣ     
                                                                                  Δεκέμβριος 1996 
Αλλάζω
όψη συχνά και με τρομάζω.
Ξυπνάει ο άλλος μου εαυτός ,
                                                ρωτάει ποιος είναι αληθινός,
αυτός ή εγώ;
Κουρέλια,
κενές ματιές, πνιχτές κραυγές και γέλια!
Το μυαλό μου σκοτεινιάζει
και η σκέψη μου αδειάζει
και νομίζω θα εκραγώ.
Όλα γύρω μου κομμάτια από κάποιο ανόητο κολάζ!
 Στη ζωή μου είμαι κομπάρσος σε σκηνές που κόπηκαν στο μοντάζ.
Θυμίζω
μνημείο κατάρρευσης μα συνεχίζω
να ψαλιδίζω τα όνειρα μου ,
να στριμώχνω τα όρια μου
σε παγιδευμένες διαδρομές.
Να κλάψω ,
 Θεέ μου , να μπόραγα να κλάψω!
Όμως, τα μάτια μου είναι άδεια
κι ας με τρώνε τα σημάδια 
απ’ τις  γκρεμισμένες μου άμυνες.

                                                                               Μα η μέρα,
με τη σπασμένη της φλογέρα,
 μου λέει :  « Μάγκα μη φοβάσαι
στην ίδια ομάδα πάντα θα  ’σαι
με τους 700 Θεσπιείς.»  
  




Κι αλλάζω
μα τώρα πια δε με τρομάζω !
Ο πανικός και η χαρά μου,
ο φόβος και η σιγουριά μου ,
όλα είναι σύμβολα της σκηνής.
Όλα είναι σύνεργα της σκηνής


Κι αλλάζω. Αλλάζω! Αλλάζω...

Σάββατο 22 Σεπτεμβρίου 2012

Πώς να σωπάσω μέσα μου - Νίκος Ξυλούρης

   Καιρό σκεφτόμουνα να κάνω βίντεο για το "Πώς να σωπάσω" του Νίκου Ξυλούρη, το εμβληματικό τραγούδι του Σταύρου Ξαρχάκου πάνω σε στίχους Κώστα Κινδύνη... Ένας χρόνος έχει περάσει από τότε που πρωτοξεκίνησα να φτιάχνω το συγκεκριμένο βίντεο ξεχωρίζοντας τις πρώτες φωτογραφίες, με σκοπό να εξοικειωθώ με ένα πρόγραμμα επεξεργασίας βίντεο... Το καλοκαίρι τελείωσε, πέρασε κι ο χειμώνας και ήταν τελικά γραφτό να το φτιάξω στο τέλος αυτού του Αυγούστου... Αλλά μάλλον δεν πείραξε η καθυστέρηση, καθώς έτσι μπόρεσα να χρησιμοποιήσω φρέσκιες φωτογραφίες, αλλά και να σκανάρω και να συμπεριλάβω και κάποιες παλιότερες που δεν είχα μαζί μου στη Ρόδο... Είπα Ρόδο και μ' έπιασε μια νοσταλγία και θα μου επιτρέψετε να κάνω μια παρέκβαση, για να το ξεχασω, και να ξεκινήσω με το τι είδα το πρώτο μου βράδυ εδώ...
Μεθενίτικο (ή μεθανιώτικό?) φεγγάρι
Εν πάση περιπτώσει, το πρότζεκτ ήταν να οπτικοποιήσω το τραγούδι με φωτογραφίες, δικές μου και της gia_des/ Picrodafni, τοπίων από τα ταξίδια μας στην Ελλάδα... Λόγω εντοπιότητας καταλαβαίνετε ότι η Μάνη (Τσέρια, Καρδαμύλη, Σελίνιτσα, Ταΰγετος, Καστάνια, Στούπα) και η Ρόδος (πόλη της Ρόδου, Ιαλυσός, Κάμειρος, Κάμειρος Σκάλα, Χαράκι, Λίνδος, Αρχάγγελος, Αφάντου, Μονόλιθος, Πεύκοι, Παραδείσι ) είχαν την τιμητική τους... Δεν αφήσαμε όμως στο παράπονο την Καλαμάτα, την Κω, την Άρτα, την Κέρκυρα, τα Τρίκαλα, την Καλαμπάκα, τα Μετέωρα, τα Χανιά, το Λασήθι (εγώ προτιμώ αυτήν τη γραφή...), τα Ζαγοροχώρια, τα αγαπημένα Γιάννενα και το εσχάτως επισκεφθέν Ναύπλιο... Ορμώμενος από την αρχική φράση του τραγουδιού, κύριος σκοπός μου ήταν να αποδοθεί η ομορφιά του ελληνικού τοπίου, καθώς μάλλον με "έχουν πλάνεψει ακρογιαλιές δειλινά", όπως λέει και το τραγούδι... Σε δεύτερο βαθμό ωστόσο, έγινε και μια μικρή προσπάθεια απόδοσης του νοήματος και, κάτα κάποιο τρόπο, ερμηνείας του τραγουδιού... Δείτε το και ελπίζω να σας αρέσει...

Παραθέτω παρακάτω κάποιες από τις φωτογραφίες του βίντεο, κάποιες τις έχετε ήδη δει εδώ ή στο βίντεο για την Καρδαμύλη.
Απόγευμα στην Κω (Άγιος Θεολόγος)

Ροδος.
Ρόδος
Αεροπλάνο "κρύβεται" στον ροδιακό ουρανό
"Θαλασσογραφία" από το Καταφύγιο (Κοψολεμέικα) Τσερίων
Μονόλιθος. Ρόδος
Δύση στην Ψαροπούλα, Ρόδος
Πεύκοι, Ρόδος
Τα Γιάννενα και το νησάκι της Παμβώτιδας από τις Λυγκιάδες
Καλαμάτα. Δυτική Παραλία.
Δύση φεγγαριού στο Καταφύγιο (Κοψολεμέικα) Τσερίων Μεσσηνίας
"Ηλιοσκαλοπάτια" στη Σελίνιτσα (Άγιος Νικόλαος) Μεσσηνίας
Άρτα. Το περιώνυμο γιοφύρι
Τα Κάτω Τσέρια (Κοψολεμέικα, Κοτσιμαρέικα) από την Αγια-Μαντρώνα
Τα Κοψολεμέικα (Καταφύγιο) Τσερίων μες την ομίχλη
Καρδαμύλη
Απόγευμα στο Ναύπλιο
Ναύπλιο. Το Μπούρτζι
Ανατολή στο Σαρωνικό
Καταφύγγια. Οι απηλιές που έδωσαν το όνομα στο οικισμό Κοψολεμέικα (Καταφύγιο) Τσερίων
Χανιά
Ρόδος. Μέσ' από μια πολεμίστρα του κάστρου